2/5/13

Torture Garden

Τι είναι ένα πάρτυ φετιχιστών;

Ενας κήπος βασανιστηρίων, ένα πάρτυ με τα αλλόκοτα παιδάκια....

«Μου την κρατάτε λίγο γιατί πρέπει να πάω για πιπί;»......
«Ασφαλώς. Δώσε μου την αλυσίδα της. Να την τιμωρήσω, αν δεν κάθεται ήσυχα;»....


Α, όλα κι όλα. Κάθε κόσμος, ακόμα και ο πιο αλλόκοτος, έχει τους κανόνες του. Κανένας αφέντης δεν μπορεί να τιμωρήσει το σκλαβάκι άλλου αφέντη, χωρίς την άδειά του. Και κάθε σκλάβος επιλέγει οικειοθελώς τον αφέντη στον οποίο θα υποταχτεί. Φοράει το κολάρο του, κρατάει στα χέρια το λουρί του και μόλις δει ένα αφεντικό που του αρέσει, παραδίδεται. Οπότε, όπως οι κανόνες καλής συμπεριφοράς επιτάσσουν, η μια αφέντρα ρωτά την άλλη τι να κάνει με το σκλαβάκι που της άφησε αμανάτι για να πάει για πιπί. «Θα την τιμωρήσω εγώ εάν δεν είναι καλό κορίτσι. Απλώς κρατείστε την».

Είναι μια περιπέτεια να πας απόψε για πιπί στις τουαλέτες του Γκαγκάριν. Πόσο μάλλον όταν ακολουθείς μια αφέντρα που, μέσα στον δερμάτινο κορσέ της κι επάνω στις βινίλ μπότες της, διασχίζει αγέρωχα το χώρο. Οι μάστερ την χαιρετούν συναδελφικά, τρομαγμένα ξωτικά κουλουριάζονται στη γωνιά τους, κόμηδες και πρίγκιπες του σκότους υποβάλλουν τα σέβη τους αγγίζοντας μόλις με τα ακροδάχτυλα τα ημίψηλα καπέλα τους. Κι ένα μωρό με την πιπίλα στο στόμα τρεχαλίζει πίσω της: «είθαι πολύ ωραία. Θες να γίνεις η μανούλα μου;»
 
Το μωρό, αν και έχει περάσει τα 30, είναι πράγματι πολύ χαριτωμένο και δεν βλέπω το λόγο που εκείνη το αγριοκοιτάζει, ενώ χαϊδεύει τρυφερά το μαστίγιο που είναι τυλιγμένο στο δεξί της χέρι. «Ω, ναι! Πάθη, ορέξεις, λαιμαργία, μίσος, ψέματα, νόμοι, θεσμοί, δικαιοσύνη, αγάπη, δόξα, ηρωισμός, πίστη: αυτά είναι τα τερατώδη άνθη και τα ειδεχθή όργανα του αιώνιου ανθρώπινου πόνου. Ό,τι είδα σήμερα συμβολίζει απλώς τη ζωή στη γη. Τη ζωή στον κήπο των βασανιστηρίων». Αυτός ο κήπος, γεννημένος από το μυαλό του γάλλου δημοσιογράφου και συγγραφέα Octave Mirbeau, είδε το φως της δημοσιότητας το 1899. Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, το 1990, δάνεισε το όνομά του στους Torture Garden, την μεγαλύτερη ομάδα διοργανωτών φετιχιστικών πάρτυ στην Ευρώπη.

Οι φυλές των φετιχιστών είναι αναρίθμητες, στην πραγματικότητα τόσες όσοι και οι φετιχιστές οι ίδιοι: άλλοι ηδονίζονται φορώντας λάτεξ, άλλοι παριστάνοντας ότι είναι ζωάκια, άλλοι πάλι θέλουν να φοράνε πάνες όπως τα μωρά. Στις μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου, τα πάρτυ τους γίνονται σε σουπερκλαμπ των 2000 ατόμων, ενώ οι αφίσες τους κυκλοφορούν παντού. Οι σχεδιαστές φετιχιστικών ρούχων και αξεσουάρ δίνουν συνεντεύξεις σε περιοδικά, ενώ τα μαγαζιά με τα αξεσουάρ τους δεν μοιάζουν σε τίποτα με τα κρυμμένα ημιυπόγεια της Αθήνας. Το Λονδίνο είναι ο απόλυτος παράδεισος του φετιχιστή.

Και οι TORTURE GARDEN οι απόλυτοι σταρ του. Ανθρωποι από κάθε γωνία της γης ταξιδεύουν μια φορά το μήνα στη βρετανική πρωτεύουσα για να πάνε σε κάποιο από τα πάρτυ τους και να ζήσουν για μια νύχτα στο εξωφρενικό, σκοτεινό τους σύμπαν. Τις υπόλοιπες μέρες, η κολεκτίβα των τεράτων ταξιδεύει και στήνει τις αλλόκοτες γιορτές της στις μητροπόλεις του κόσμου. Σήμερα είναι η σειρά της Αθήνας, εξού και το βρέφος δίπλα στην κυρά με το μαστίγιο. Με 25 ευρώ εισιτήριο όλοι οι καλοί χωράνε…


 
Είναι η δεύτερη χρονιά που εμφανίζονται στη σεμνή και ταπεινή μας πόλη κι όπως καταλαβαίνετε επικρατεί ενθουσιασμός. Το κλαμπάκι της πλατείας Εξαρχείων πέρυσι αποδείχθηκε πολύ μικρό για να χωρέσει τους θαυμαστές τους, αφού τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν μέσα σε λίγες ώρες. Οπως μικρό αποδεικνύεται φέτος και το Γκαγκάριν για να χωρέσει όλα αυτά τα παράξενα πουλιά. Στρατηγοί με στολές λάτεξ, νοσοκόμες με ζαρτιέρες, ναυτάκια ζουμπουρλούδικα, νύφες με κατάμαυρα χείλη, εξωγήινοι με ασημένια αυτιά, νεραϊδούλες πασπαλισμένες με γκλίτερ στριμώχνονται μπροστά από τη σκηνή γιατί το σόου όπου να ‘ναι αρχίζει. Θα είναι όπως στο Λονδίνο; Θα είναι τόσο άγριο και σκληρό; Αντέχει η Αθήνα αυτά τα πράγματα; Οι μυημένοι, οι έμπειροι σε τέτοιου είδους πάρτυ, ξεχωρίζουν: αναπολούν στιγμές δόξας από τα κλαμπ του Βερολίνου και του Αμστερνταμ, αραδιάζουν ονόματα ντιτζέι και περφόμερ, εξηγούν στους αμύητους τι πρόκειται να επακολουθήσει. Αλλά, πιστέψτε με, ό,τι κι αν έχεις ακούσει, τίποτα δεν μπορεί να σε προετοιμάσει γι αυτό που θα δεις.


Η Lucifire είναι ένας ζωντανός μύθος, αληθινή ντίβα των freak shows. Είναι ψηλή, καλλίπυγος, κοκκινομάλλα κι ατάραχη. Αυτή η αταραξία της είναι το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της, εντυπωσιακότερο από τα τεράστια σιλικονάτα στήθη της, τις κατακόκκινες γόβες της, την καμπαρέ αμφίεσή της. Δεν πεταρίζει ούτε βλέφαρο καθώς σκύβει, τουρλώνει τον πισινό της και περιμένει. Διότι παίρνει κάποια ώρα να της γαντζώσουν και τα 10 αγκίστρια στην πλάτη της, να την δέσουν με σκοινιά και σιγά- σιγά να την σηκώσουν ψηλά στην οροφή. Και, ιδού: η Lucifire σαν σφαχτάρι, κρέμεται από το ίδιο της το δέρμα επάνω από τα κεφάλια μας και κάνει το πιο ανατριχιαστικό στριπτίζ χαμογελώντας.


«Ακόμα δεν έχεις δει τίποτα από ανθρώπινο πόνο», ψιθυρίζει η ξανθιά δίπλα μου. Την λένε Κλεοπάτρα και μάλλον έχει έρθει εδώ για μετεκπαίδευση, αφού μου την συστήνουν ως την πιο διάσημη αφέντρα της Αθήνας. Κι είναι πράγματι επαγγελματίας, αφού ο δικός της σκλάβος δεν φοράει λουρί ούτε η Κλεοπάτρα κρατάει μαστίγιο. Αρκεί ένα της βλέμμα ώστε το ανθρωπάκι με τη μάσκα που σέρνει μαζί της να ζαρώσει φοβισμένο μες την ολόσωμη μαύρη στολή του.

Καμία σχέση δηλαδή με τα άλλα πλάσματα που χοροπηδάνε χαρούμενα, υπό τους ήχους εκκωφαντικής τέκνο. Μέχρι το επόμενο σόου, ένστολοι ντιτζέι εναλλάσσονται στη σκηνή. Μπερδεμένες εικόνες από καρτούν και ταινίες επιστημονικής φαντασίας χορεύουν στον τοίχο. Θα ήταν όλα πολύ καλά αν ο Χίτλερ δεν μπαινόβγαινε συχνά πυκνά στην οθόνη. Θα ήταν όλα πολύ αστεία αν η φωνή από τα μεγάφωνα δεν επαναλάμβανε συνεχώς «μπαμπά, είμαστε οι δυο μας τώρα. Μπαμπά, είμαστε μόνοι, έλα». Τα φώτα χαμηλώνουν ξανά.


Οπως κάθε μικρόκοσμος, έτσι κι αυτός των φετιχιστών έχει τους κώδικες του. Μπορεί στην Αθήνα η κοινότητά τους να είναι ακόμα στα σπάργανα, όμως στη βόρεια και την κεντρική Ευρώπη είναι μια ολόκληρη μικρό-κοινωνία. Με τα κλαμπ της, τα καφέ της, τα μαγαζιά της, ακόμα και τα πολυκαταστήματά της. Και οι Torture Garden, εκτός από το να διοργανώνουν πάρτυ, διαθέτουν και εταιρεία που σχεδιάζει και πουλάει ρούχα. Οπότε σε κάθε τους εμφάνιση γίνεται και μια μικρή επίδειξη μόδας. Νοσοκόμες σε ασφυκτικά φορεματάκια, γιατρίνες με μάσκες, πιν απ κορίτσια με μαστίγια, βαλκυρίες με λάτεξ τουαλέτες περπατούν στη σκηνή, ενώ το πλήθος τις απαθανατίζει με φωτογραφικές μηχανές, βιντεοκάμερες, κινητά.


Τα φλας των φωτογράφων αστράφτουν ασταμάτητα και οι στολές γίνονται ολοένα και πιο αγριευτικές. Τώρα τα στόματα των κοριτσιών κλείνουν με ταινίες, οι μάσκες δεν αφήνουν να φανούν ούτε τα μάτια τους. Με 50 ευρώ αγοράζεις ένα καπέλο στρατηγού, ένα μαστίγιο, ένα δερμάτινο σουτιέν. Με 600 ευρώ ντύνεσαι ολόκληρη εφιάλτης.
Ο θυμόσοφος λαός μας αγνοούσε ασφαλώς τα πάρτυ των φετιχιστών όταν μιλούσε για τα ράσα και τον παπά, αλλά εδώ η παροιμία βρίσκει την απόλυτη εφαρμογή της. Οι νεράιδες δεν είναι απλώς ντυμένες, ΕΙΝΑΙ οι νεράιδες. Και φέρονται αναλόγως: πεταρίζουν τα φτεράκια τους, σκορπάνε τη χρυσόσκονή τους ολόγυρα, φλερτάρουν χαριτωμένα.

Το αυτό και τα ξωτικά, που είναι ευγενικά, χαρούμενα κι έτοιμα πάντα να προσφέρουν τη βοήθειά τους στα άλλα πλάσματα. Κι έτσι στα μεγάλα κλαμπ της Ευρώπης βλέπεις εξαιρετικά ενδιαφέρουσες σκηνές, με νεραϊδούλες να κάνουν σεξ με νυχτερίδες και σάτυρους να χουφτώνουν ναυτάκια. Ομως εδώ είναι Αθήνα κι ακόμα και στο πριβέ πατάρι του κλαμπ όλα είναι ήσυχα και μαζεμένα. Μοιάζει περισσότερο με μασκέ πάρτυ, λίγο πιο προχωρημένο ίσως από αυτά που έχεις συνηθίσει. Κι ο κόσμος που στριμώχνεται στο «κλουβί» είναι οι ίδιες γνωστές φατσούλες που βλέπεις σε όλα τα πάρτυ: δημοσιογράφοι, αρτ νταιρέκτορς, φωτογράφοι, πιπίνες και ωραία τεκνά.

 Ο καθένας στο ρόλο του, ο καθένας πιστός στη στολή του: οι αφέντρες περιφέρονται προσφέροντας τα γαντοφορεμένα χέρια τους για χειροφιλήματα, τα βρέφη ψάχνουν τη μανούλα τους, οι σκλάβοι γυρεύουν έναν αφέντη, οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό ψάχνουν για αρρώστους. Ομως οι πραγματικά άρρωστοι δεν είναι ανάμεσά μας. Οι άρρωστοι ανεβαίνουν τώρα επάνω στη σκηνή.

 
Δυο ημίγυμνοι άντρες με τα σώματα καλυμμένα με τράιμπαλ τατού. Στέκονται ακίνητοι, με χέρια και πόδια ανοιχτά μέσα στο πράσινο φως. Εχουν σκουλαρίκια παντού: στα αυτιά, στη μύτη, στο στόμα, στα φρύδια, στις ρώγες. Είναι οι Psycho Cyborgs, το πιο διάσημο δίδυμο body modification της Ευρώπης. Βody modification αποκαλείται επιστημονικώς αυτό που θα τους κάνει τώρα ο τρίτος άντρας που εμφανίζεται στη σκηνή με ιατρική μπλούζα, καπέλο ανθρακωρύχου και ένα μπλακ εν ντέκερ στο χέρι. Πλησιάζει τον πρώτο άντρα, σηκώνει το εργαλείο και το καρφώνει ίσια στην καρδιά του. Αφού γεμίζει τρύπες και κρικάκια τον ένα άντρα, στρέφεται στον άλλο.

Το κορμί του μοιάζει με σουρωτήρι, ενώ το δέρμα του είναι σαν γυαλόχαρτο από τα πολλά τρυπήματα που έχει κάνει στο παρελθόν. Στο κεφάλι του έχει μια χαίτη μοϊκανού φτιαγμένη από αληθινά καρφιά, ενώ μέσα από το δέρμα του ξυρισμένου κρανίου του διακρίνονται μικρά σιδερένια εμφυτεύματα. Ο τύπος με το μπλακ εν ντέκερ τον γεμίζει τρύπες κι αυτόν κι αρχίζει να τον βυσματώνει με καλώδια που στην άκρη τους έχουν μικρά φωτάκια που αναβοσβήνουν. «Το κορμί μου είναι το εργαστήριό μου» είναι το μότο των Psycho Cyborgs που γυρίζουν τον κόσμο και τρυπιούνται σε θέατρα, καμπαρέ και κλαμπ. Το όνειρό τους είναι «να γνωρίσουν τα πλάσματα του μέλλοντος» και το ευγενές όραμά τους να αποδείξουν ότι άνθρωποι και μηχανές είναι ένα και το αυτό. Οπότε τρυπιούνται αγόγγυστα, περνάνε λάμες στα μάγουλά τους χαλαρά, καρφώνουν βελόνες στην κοιλιά τους. «Το παν είναι να αντιμετωπίσεις τον φόβο.

 Αν κοντρολάρεις τον φόβο, ο πόνος θα σου χαρίσει ατελείωτα ταξίδια και τη γνώση. Αφέσου στον πόνο». Αίματα τρέχουν από τα κορμιά των περφόμερ επί σκηνής, ο κόσμος κοιτάζει με γουρλωμένα μάτια, ένας άντρας δίπλα μου λιποθυμά κι ο Πήγασος μου εξηγεί εκστατικός τη φιλοσοφία των Psycho Cyborgs. Φιλοδοξεί μια μέρα να δουλέψει μαζί τους και «δεν είναι διόλου απίθανο γιατί στο σάιτ τους έχουν δημοσιεύσει αγγελία με την οποία ζητούν συνεργάτες. Χρειάζεται απλώς να αντέχεις τον πόνο, να μην παίρνεις ντραγκς και να έχεις good freak skills». Ο Πήγασος δείχνει να έχει όλα τα προσόντα για μια διεθνή καριέρα και τα αναρίθμητα πίρσινγκ στο μακιγιαρισμένο πρόσωπό του το αποδεικνύουν εμπράκτως.

Θέλω πολύ να μάθω πως ακριβώς έβαλε το ασημένιο κέρατο του μονόκερου στο μέτωπό του, αλλά η ζωή με ξεπερνάει. Το ντουέτο των Cyborgs είναι πανέτοιμο για γκραν φινάλε: έχουν κατατρυπηθεί, έχουν ζωστεί με καλώδια, τα λαμπάκια που είναι καρφωμένα επάνω τους αναβοσβήνουν. Ο ένας από τους δυο γονατίζει. Ο άλλος βαδίζει αργά προς τον πάγκο με τα εργαλεία. Γεμίζει το στόμα του καρφιά, παίρνει στα χέρια του το σφυρί. Πλησιάζει τον κολλητό του κι αρχίζει να καρφώνει ένα ένα τα καρφιά στο κεφάλι του. Χειροκροτήματα, σφυρίγματα, πανζουρλισμός. Οι νεραϊδούλες κλείνουν τρομαγμένες τα ματάκια τους, τα ξωτικά κρύβουν το πρόσωπο στις χούφτες τους, οι αφέντρες χτυπάνε ενθουσιασμένες το πάτωμα με τα μαστίγιά τους.



«Κατάλαβες τώρα τι σημαίνει πόνος;» λέει η Κλεοπάτρα. Η μέντοράς μου επιμένει πως πρέπει ο-πωσ-δή-πο-τε να πάω στο Λονδίνο «να δεις εκεί τι καλό που είναι το κοινό. Εκεί ανεβαίνουν στη σκηνή και τρυπιούνται, όχι όπως εδώ που είναι όλοι σεμνότυφοι και χέστηδες». Δεν προλαβαίνω να ευχαριστήσω τον καλό θεό που εδώ είναι όλοι σεμνότυφοι και χέστηδες και, χωρίς να το καταλάβω, έχω βρεθεί στη σκηνή. Το πλάσμα που με έχει ανεβάσει επάνω είναι θεόγυμνο, γεμάτο τατουάζ σε όλο του το κορμί, τρυπημένο παντού, καταματωμένο. Κρατάει στα χέρια του μια τράπουλα και μου ζητάει να διαλέξω ένα φύλλο.

Το κλασσικό κόλπο που κάνουν οι ταχυδακτυλουργοί. Διαλέγω το φύλλο, το δείχνω στο κοινό, εκείνος το παίρνει πίσω και ανακατεύει την τράπουλα. «Είναι αυτό;» με ρωτάει. Οχι, του γνέφω. Κακώς. Το πλάσμα βουτάει ένα υπερμέγεθες συρραπτικό και συρράπτει το τραπουλόχαρτο επάνω του. Κάμποσα τραπουλόχαρτα και ατέλειωτες στιγμές μετά, μοιάζει με ανθρώπινο τραπέζι του μπλακ Τζακ. Κάνω να φύγω, αλλά τα βάσανά μου δεν έχουν τελειώσει γιατί εκείνος θέλει κι άλλο να βασανιστεί. Φέρνει στο κέντρο της σκηνής ένα στρώμα του φακίρη. Τα καρφιά είναι 10 πόντους ψηλά, μυτερά, αιχμηρά. Κι εκείνος ξαπλώνει. Εχει ανοίξει χέρια και πόδια και με κοιτάει κατάματα. «Ελα, έλα σε παρακαλώ. Πάτησέ με».

 Λοιπόν, έχω για τα καλά παγιδευτεί με τον ντιτζέι στρατηγό να βαράει ανελέητα πίσω μου, το πλάσμα να εκλιπαρεί και το κοινό να περιμένει. Τον ακουμπάω με την μπότα μου. «Οχι έτσι, πιο δυνατά», λέει εκείνος. «Σε ικετεύω, πάτησέ με. Ανέβα και στάσου όρθια επάνω μου». Κι αφού δεν μπορώ να το βάλω στα πόδια εδώ που φτάσαμε, ανεβαίνω επάνω του και το μόνο που με παρηγορεί είναι ότι για αυτό το αγόρι το πάτημά μου μοιάζει με χάδι. Αφού τον έχω δει σε βίντεο να κάνει σεξ επάνω στο ατσαλένιο στρωματάκι του, να καταπίνει πινέζες, να κόβει κομματάκια τα μάγουλά του. Σηκώνεται όρθιος και πλησιάζει τον πάγκο με τα εργαλεία.

Η πλάτη του έχει γίνει μια πληγή κι εκείνος παίρνει στα χέρια του ένα ψαλιδάκι των νυχιών. Μου γνέφει να πλησιάσω, αλλά έχω ήδη αρχίσει να τρέχω στα παρασκήνια. Παρόλο τον δερμάτινο κορσέ, το γκόθικ μακιγιάζ και τις μαύρες μπότες μου, ως αφέντρα είμαι γιαλαντζί. Το αγόρι απογοητευμένο χώνει μόνο του το ψαλίδι στη μύτη του. Πέντε η ώρα ξημερώματα, ψάχνω την έξοδο κινδύνου από τον κήπο των βασανιστηρίων.

ΦΕΤΙΧΙΣΜΟΣ
 
* ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ;
Η λέξη “fetish” προέρχεται από την πορτογαλική fetico, που σημαίνει είδωλο και περιγράφει την πίστη ότι ορισμένα αντικείμενα, τα φετίχ, διαθέτουν μαγική-υπερφυσική ισχύ. Οι Binet και Krafft-Ebing τον 19ο αιώνα χρησιμοποίησαν πρώτοι τον όρο fetishism για να χαρακτηρίσουν ειδικές σεξουαλικές συμπεριφορές.


* ΓΙΑΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ;

Ο Freud δήλωσε ότι η επιλογή του φετίχ προσδιορίζεται από τραυματικές εμπειρίες της παιδικής περιόδου. Ανέπτυξε την έννοια του “άγχους ευνουχισμού”, υποθέτοντας ότι το φετιχιστικό αντικείμενο αναπαριστά το πέος που προστατεύει τον άνδρα από το φόβο του ευνουχισμού.

Ο Nagler (1957), συνοψίζοντας τις ψυχαναλυτικές απόψεις σχετικά με τον φετιχισμό, τόνισε ότι ο φετιχιστής είναι ένα άτομο που προσπαθεί να ξεπεράσει τη χαμηλή αυτοπεποίθηση και τα αισθήματα ανικανότητας μέσα από τη χρήση ενός άψυχου αντικειμένου, του φετίχ.

Οι Freund & Blanchard (1993), υποστήριξαν ότι στους φετιχιστές υπάρχουν κάποια αναπτυξιακά λάθη στην εντόπιση του σεξουαλικού στόχου. Τα λάθη αυτά τούς οδηγούν σε προσανατολισμό προς μη-ουσιαστικά χαρακτηριστικά του επιθυμώμενου αντικειμένου, προς το εσώρουχο της γυναίκας αντί της ίδιας της γυναίκας.


Η ανάπτυξη του φετιχισμού μπορεί εν μέρει να κατανοηθεί μέσα από το πλαίσιο εμπειριών στο οποίο το άτομο απορρίπτεται από τους άλλους στη διάρκεια καταστάσεων σεξουαλικής έντασης. Η θεωρία της κοινωνικής μάθησης συνδυάζει την ανάπτυξη φετιχισμού με το βαθμό αυτοπεποίθησης του ατόμου, τις προηγούμενες εμπειρίες του και την αντίληψη της ανασφάλειας.

Καθαρά κοινωνικοί ή πολιτισμικοί παράγοντες μπορεί επίσης να επηρεάσουν τη γένεση φετιχιστικών φαντασιώσεων, όπως για παράδειγμα η κινέζικη κουλτούρα η οποία δίνει ιδιαίτερη έμφαση σε ειδικά σημεία του σώματος (Wise, 1985).

Οι Gosselin και Wilson (1980) μελέτησαν 125 φετιχιστές. Βρήκαν ότι οι φετιχιστές παρουσίαζαν σημαντική αλληλεπικάλυψη του φαντασιωσικού υλικού με τους σαδομαζοχιστές, υψηλότερα σκορ στις παραμέτρους “εσωστρέφεια” και “συναισθηματικότητα” στο ερωτηματολόγιο προσωπικότητας Eysenck, καθώς και χαμηλότερη συχνότητα αναφοράς της μητέρας τους σαν “καλή γυναίκα”.


ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΛΟΙ;
Οπως ισχύει για όλες τις σεξουαλικές διαταραχές, έτσι δεν υπάρχουν σαφή επιδημιολογικά στοιχεία ούτε για τον φετιχισμό. Είναι ευρέως γνωστό όμως ότι ο παθολογικός φετιχισμός είναι σπάνιος. Βρέθηκε ότι μόνο 0,8% των ψυχιατρικών ασθενών που παρακολουθούνταν επί μία 20ετία ήταν φετιχιστές (Chalkley & Powell, 1983). Οι Gosselin & Wilson (1980), αντίθετα, βρήκαν ότι φετιχιστικές φαντασιώσεις έχει το 18% του γενικού πληθυσμού.

Ο φετιχισμός είναι σημαντικά πιο συχνός στους άνδρες. Αυτό θεωρείται ότι οφείλεται στην οπτική φύση του φετιχισμού και στην υψηλότερη ευαισθησία των ανδρών στα οπτικά ερεθίσματα (Gosselin & Wilson, 1980).

ΤΙ ΤΟΥΣ ΑΡΕΣΕΙ;
Οι Chalkley και Powell (1983), μελέτησαν 48 φετιχιστές και βρήκαν ότι χρησιμοποιούσαν ποικίλα αντικείμενα με ποικίλους τρόπους (χαϊδεύοντας, γλύφοντας, τρίβοντας, καίγοντας, κόβοντας, κοιτάζοντας ή παρακολουθώντας κάποιον άλλον να τα χρησιμοποιεί). Συγκεκριμένα βρήκαν ότι το 58% χρησιμοποιούσε σαν φετίχ ρούχα, το 23% λαστιχένια ή πλαστικά εξαρτήματα, το 15% υποδήματα και το 15% μέρη του σώματος (με κύρια προτίμηση το πόδι). Επίσης, το 35% είχαν ένα φετίχ και το 45% τρία ή περισσότερα.

* Αν και υπάρχουν κάποιες περιγραφές με αλλόκοτα φετίχ, κάποιοι συγκεκριμένοι τύποι αντικειμένων φαίνεται να χρησιμοποιούνται σταθερά από την πλειονότητα των φετιχιστών.

 Ο Bancroft (1989) εντόπισε τρεις βασικές κατηγορίες σεξουαλικών ερεθισμάτων στους φετιχιστές. 1. Ενα μέρος του σώματος,
 2. Μία άψυχη επέκταση του σώματος, όπως ένα εξάρτημα ενδυμασίας, και
3. Μία πηγή ειδικού ερεθίσματος αφής, όπως η υφή ενός ειδικού υλικού.

Η ταξινόμηση αυτή μοιάζει αρκετά με αυτήν του Krafft-Ebing που περιγράφηκε ένα αιώνα πριν.

Στη διάρκεια του 19ου αιώνα ήταν δημοφιλή για τους φετιχιστές το βελούδο και το μετάξι, ενώ στις μέρες μας αυτά έχουν αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό με το λάστιχο και το δέρμα. Εκτός από τη διαθεσιμότητα, πολιτισμικοί παράγοντες φαίνεται να επηρεάζουν την επιλογή ενός φετίχ.

ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ;
Αν και έχουν παρατηρήθηκαν φόνοι με κεντρικό σημείο το φετιχιστικό αντικείμενο, η άποψη που επικρατεί είναι ότι ο φετιχισμός από μόνος του δεν συνδέεται με τη βία, αλλά απαιτείται η συνύπαρξη κάποιας ψυχιατρικής διαταραχής για να εμφανιστεί (Langevin, 1983).

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΗΣ
ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗΣ


Βιβλιογραφία

Σύνδεσμοι
(φωτογραφίες: Σπύρος Στάβερης)
Ντίνα Δασκαλοπούλου

daskalopoulou.gr


http://www.torturegarden.com/home/